Συνταγματική, νόμιμη και σύμφωνη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων
του Ανθρώπου και το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έκρινε το Β΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, την αύξηση από 10 σε 100 ευρώ του παραβόλου των μηνύσεων και την αύξηση από 10 σε 50 ευρώ του τέλους που προβλέπεται από το άρθρο 63 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την πολιτική αγωγή.
Σύμφωνα με ΣτΕ, το παράβολο κατά την κατάθεση των μηνύσεων και το τέλος πολιτικής αγωγής δεν αποτελούν φορολογικά βάρη κατά την έννοια του άρθρου 78 του Συντάγματος που καθορίζει τον ορισμό του φόρου, καθώς «έχουν το χαρακτήρα δικαστικών τελών με σημαντικά στοιχεία ανταποδοτικότητας».
Κατόπιν αυτού, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός των δέκα περιφερειακών Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, που είχαν προσφύγει στο ΣτΕ υποστηρίζοντας, μεταξύ των άλλων, ότι το επίμαχο παράβολο αποτελεί φόρο.
Ακόμη, σύμφωνα με το ΣτΕ το παράβολο της μηνύσεως στοχεύει «στον περιορισμό του μεγάλου όγκου αστήρικτων και προπετών μηνύσεων», ενώ το μεγαλύτερο μέρος του παραβόλου καταλήγει στο Ταμείο Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων για τους σκοπούς του εν λόγω Ταμείου.
Επίσης, αναφέρει το ΣτΕ ότι σε περίπτωση ευδοκίμησης της μηνυτήριας αναφοράς (καταδίκης μηνυομένου) το παράβολο επιστρέφεται στο μηνυτή.
Παράλληλα, αναφέρεται στην δικαστική απόφαση, ότι ναι μεν η αύξηση των παραβόλων είναι σημαντικά μεγάλη, αλλά «όχι όμως τέτοιου ύψους, ώστε να παρεμποδίζει ουσιωδώς και μάλιστα κατά τρόπο ασυμβίβαστο προς στις συνταγματικές διατάξεις περί ισότητας, το δικαίωμα δικαστικής ακροάσεως, εν όψει του ότι για τον μέσο πολίτη, η υποβολή μήνυσης δεν αποτελεί κατά κοινή πείρα ιδιαίτερα συχνή πρακτική».
Πηγή: ΑΜΠΕ