Την επαναφορά ελάχιστων προστίμων για την μη έκδοση αποδείξεων από 250
έως 500 ευρώ οι οποίες θα συνδέονται με την απώλεια ΦΠΑ με πρόβλεψη για τετραπλασιασμό τους - σε περίπτωση υποτροπής σε μια πενταετία - στα 1000 και 2000 ευρώ προβλέπει τροπολογία του ΥΠΟΙΚ που κατατέθηκε πριν από λίγο στο νομοσχέδιο για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής για τα καπνικά προϊόντα
Σύμφωνα με την τροπολογία σε περίπτωση μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου ή έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου για πράξη που επιβαρύνεται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα τοις εκατό (50%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα.
Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
Θεωρητικά αυτό σημαίνει ότι αν μια επιχείρηση συλληφθεί να μην έχει εκδώσει απόδειξη για αξία 12,4 ευρώ ( το ΦΠΑ αντιστοιχεί σε 2,4 ευρώ ) τότε το πρόστιμο δεν θα υπολογιστεί με βάση το 50% του ΦΠΑ που προσπάθησε να γλυτώσει ο επιχειρηματίας ( δηλαδή 1,2 ευρώ ) αλλά θα του επιβληθεί το ελάχιστο πρόστιμο 250 ή των 500 ευρώ ανάλογα με το μέγεθος και τον τζίρο της επιχείρησης . Αν πάλι το σύνολο της αξίας των αποδείξεων που δεν έχουν εκδοθεί φτάνουν τα 5000 ευρώ ( δηλαδή η απώλεια από ΦΠΑ είναι 1200 ευρώ ) τότε το πρόστιμο της επιχείρησης θα είναι 600 ευρώ.
Βαριές καμπάνες σε περίπτωση υποτροπής
Σε περίπτωση υποτροπής αν δηλαδή η ίδια επιχείρηση συλληφθεί για δεύτερη φορά μέσα σε μια πενταετία να τα ελάχιστα πρόστιμα διπλασιάζονται και φτάνουν τα 500 ευρώ για τις μικρές και τα 1000 ευρώ για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις ενώ και πάλι το τελικό πρόστιμο θα αντιστοιχεί στο 50% της ΦΠΑ αν το ποσό είναι μεγαλύτερο από ελάχιστον πρόστιμο .
Μάλιστα σε περίπτωση δεύτερη υποτροπής το ελάχιστα πρόστιμα θα διπλασιάζονται και πάλι και θα φτάνουν τα 1000 ευρώ για τις μικρές και 2000 ευρώ για τις μεγαλύτερες .
Σύμφωνα με την τροπολογία αν στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο εκατό τοις εκατό (100%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
Στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο διακόσια τοις εκατό (200%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.»
Ειδικότερα η τροπολογία που κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή αναφέρει:
«Τροποποιήσεις του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα προς ενίσχυση της καταπολέμησης της παράνομης εμπορίας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών και Ίδρυση Συντονιστικού Κέντρου για την Καταπολέμηση του Λαθρεμπορίου, εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας προς την Απόφαση 2009/917/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 30ης Νοεμβρίου 2009 για τη χρήση της πληροφορικής για τελωνειακούς σκοπούς και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών και ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία των άρθρων 15, 16 και 18 της Οδηγίας 2014/40/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την κατασκευή, την παρουσίαση και την πώληση προϊόντων καπνού και συναφών προϊόντων και την κατάργηση της οδηγίας 2001/37/ΕΚ»
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Με τις προτεινόμενες διατάξεις τροποποιείται το άρθρο 58Α του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α' 170). Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παραγράφου 1 αντικαθίσταται η παράγραφος 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013, προκειμένου να επέλθει εξορθολογισμός των επιβαλλόμενων προστίμων ΦΠΑ για τις παραβάσεις της μη έκδοσης ή της ανακριβούς έκδοσης φορολογικών στοιχείων, μετά και την κατάργηση με τον ν. 4337/2015 (Α' 129) των σχετικών διαδικαστικών παραβάσεων και των αντίστοιχων προστίμων. Η εν λόγω κατάργηση οδήγησε στην πράξη στην επιβολή προστίμων δυσανάλογα μικρού ύψους σε σχέση με τις παραβάσεις και στην συνακόλουθη απώλεια φορολογικών εσόδων, ενώ συνέβαλε και στην καλλιέργεια αίσθησης ατιμωρησίας στους φορολογούμενους. Με την προτεινόμενη αντικατάσταση θα επιβάλλεται πλέον σε κάθε έλεγχο ένα ελάχιστο ύψος προστίμου για το σύνολο των παραβάσεων μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης φορολογικών στοιχείων, ανά -φορολογικό έλεγχο, ενώ σε περίπτωση υποτροπής τα πρόστιμα θα προσαυξάνονται. Με τον τρόπο αυτό ενισχύεται η φορολογική συμμόρφωση και αυξάνονται τα δημόσια έσοδα.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 τροποποιείται η παράγραφος 5 του ίδιου άρθρου για τη μη σώρευση περισσότερων του ενός προστίμων διαφορετικών παραγράφων του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013. Η τροποποίηση είναι αναγκαία, καθώς με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 1 του ίδιου ως άνω άρθρου τίθεται κατώτατο όριο προστίμου ανά φορολογικό έλεγχο, προκειμένου να είναι σαφές ότι, στην περίπτωση αφαίρεσης του προστίμου της παραγράφου 1 από αυτό της παραγράφου 2, λόγω ταυτόχρονης εφαρμογής, δεν απομένει υπόλοιπο προς επιστροφή. Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 ορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΡΥΘΜΙΣΗ
Αρθρο
Τροποποιήσεις του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 (Α' 170)
1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 (Α' 170) αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε περίπτωση μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου ή έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου για πράξη που επιβαρύνεται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα τοις εκατό (50%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα.
Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο εκατό τοις εκατό (100%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
Στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο διακόσια τοις εκατό (200%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.»
2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Στην περίπτωση που επιβάλλονται τα πρόστιμα για παραβάσεις των παραγράφων 1, 3 και 4 για τις οποίες συντρέχει και περίπτωση παράβασης της παραγράφου 2 περί υποβολής ανακριβούς ή μη υποβολής δήλωσης, τα πρόστιμα αυτά αφαιρούνται από το πρόστιμο της παραγράφου 2. Ειδικά στην περίπτωση επιβολής προστίμων για παραβάσεις της παραγράφου 1 για τις οποίες συντρέχει και περίπτωση παράβασης της παραγράφου 2, αφαιρείται το αναλογικό πρόστιμο του 50% και όχι το ελάχιστο πρόστιμο των διακοσίων πενήντα (250) ή πεντακοσίων (500) ευρώ ή το επιβληθέν σε επόμενους ελέγχους διπλάσιο ή τετραπλάσιο πρόστιμο για διάπραξη ίδιων παραβάσεων εντός πενταετίας.»
3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων ισχύουν από τις 25.7.2016.
Αθήνα, 21 Ιουλίου 2016